Χθες το βράδυ ο ΠΑΟΚ έχασε μία μεγάλη ευκαιρία να αποκτήσει ισχυρές πιθανότητες πρόκρισης στην φάση των 32 του Europa League. Παρότι προηγήθηκε μόλις στο εικοστό λεπτό με 2-0 με αντίπαλο την Αϊντχόφεν μέσα στην Ολλανδία, εντούτοις δεν κατάφερε να κρατήσει το υπέρ του σκορ, με αποτέλεσμα να ηττηθεί με σκορ 3-2. Η ελληνική ομάδα, θα μπορούσε ακόμη και με ισοπαλία, να βρεθούν σε πλεονεκτική θέση έναντι των Ολλανδών και στα εναπομείναντα παιχνίδια με Ομόνοια στην Κύπρο και Γρανάδα στην Τούμπα, να πάρουν πιο άνετα τους βαθμούς που χρειάζεται ο ίδιος και η χώρα μας για τον επόμενο γύρο της διοργάνωσης. Όχι ότι τώρα τα δεδομένα είναι απελπιστικά για τον «Δικέφαλο του Βορρά», ωστόσο στα δύο τελευταία παιχνίδια του ομίλου, η ανάγκη για τουλάχιστον μία νίκη κρίνεται κάτι περισσότερο από επιτακτική. Βέβαια, σημασία έχει το αμέσως επόμενο παιχνίδι με την Ομόνοια στην Λευκωσία, εκεί όπου ο ΠΑΟΚ καλείται να μην επαναλάβει τα λάθη που έκανε στο ματς της Τούμπας την πρώτη αγωνιστική και να φύγει με τους τρεις βαθμούς της νίκης από το «ΓΣΠ» ούτως ώστε να τα δώσει όλα για όλα με την Γρανάδα σε δύο εβδομάδες. Συνεπώς, η χθεσινή ήττα από την Αϊντχόφεν μπορεί να έφερε σε δύσκολη θέση την αποστολή της ομάδας από την Θεσσαλονίκη, παρόλα αυτά είναι στο χέρι του να αποδείξει στον εαυτό του, ότι μπορεί να αναστρέψει την κατάσταση και να πάρει την πρόκριση που θα του αποφέρει και βαθμούς και οικονομική ενίσχυση.
Χθες το βράδυ, η Εθνική ομάδα είχε μία μεγάλη ευκαιρία να κερδίσει την Σλοβενία στην Ριζούπολη και ως πρώτη του ομίλου, να προβιβαστεί στην δεύτερη κατηγορία της UEFA. Δυστυχώς όμως αυτό δεν επετεύχθη, κυρίως λόγω των πολλών χαμένων φάσεων που είχε το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα, απέναντι στο αντίστοιχο της Σλοβενίας. Οι διεθνείς, δεν κατάφεραν να εξαργυρώσουν το πολύ καλό πρώτο, κυρίως, ημίχρονο όπου είχαν την κατοχή της μπάλας και δημιούργησαν ορισμένες αξιόλογες ευκαιρίες. Βέβαια, για να μην γινόμαστε και άδικοι, απέναντι είχαν να αντιμετωπίσουν έναν από τους κορυφαίους τερματοφύλακες στον κόσμο, τον Γιαν Όμπλακ που αγωνίζεται στην Ατλέτικο Μαδρίτης. Έτσι, το σύνολο του Φαν' Σχιπ δεν κατάφερε να πάρει την πολυπόθητη νίκη και ως εκ τούτου η Ελλάδα παρέμεινε στο τρίτο γκρουπ δυναμικότητας, ενόψει της κλήρωσης των προκριματικών του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει και απόλυτη καταστροφή, δεδομένου ότι εάν είναι λίγο τυχερή η Ελλάδα, στην κλήρωση της 7ης Δεκεμβρίου, μπορεί να αποκτήσει σοβαρές πιθανότητες πρόκρισης στην τελική φάση του Μουντιάλ. Θα μου πείτε τώρα ότι προτρέχω, αφού μόλις χθες ολοκληρώθηκε το παιχνίδι με τους Σλοβένους. Ναι, δεν διαφωνώ, όμως η Εθνική οφείλει να κοιτάξει μπροστά και να φροντίσει να διορθώσει τα λάθη που έκανε στους έξι αγώνες και να παρουσιαστεί πιο έτοιμη και αποτελεσματική στην επόμενη διοργάνωση που θα συμμετάσχει. Η Εθνική ομάδα απέδειξε χθες, ότι μπορεί να πετύχει πράγματα στο μέλλον και αυτό είναι στο χέρι της να το συνεχίσει. Μπορεί να απογοητευτήκαμε, να στεναχωρηθήκαμε, να ασκήσαμε κριτική για το χθεσινό ματς, όμως ξέρουμε πολύ καλά πως οι διεθνείς είναι παίκτες με όρεξη και αποφασιστικότητα να βοηθήσουν, με την εμπειρία και τις ικανότητες τους την Εθνική ούτως ώστε να πετύχει τους στόχους της.
Αν μου ζητούσε κάποιος να χαρακτηρίσω την Εθνική μας ομάδα με μία λέξη πριν δύο χρόνια περίπου, μόνο ομάδα δεν θα την έλεγα. Αυτό που έβλεπα με παρέπεμπε σε κάτι ερασιτεχνικό, σαν τις ομάδες που έχουμε στις γειτονιές μας. Ένα σύνολο παικτών που ο καθένας προσπαθούσε να ηγηθεί των υπολοίπων, χωρίς κίνητρο να παλέψουν, να διεκδικήσουν και ένα προπονητή που μόνο αυτοπεποίθηση δεν ενέπνεε. Από το 2014 και έπειτα, βασικά από το τέλος του Παγκοσμίου Κυπέλλου στην Βραζιλία και την αποχώρηση του Φερνάντο Σάντος, η Εθνική άρχισε με ταχείς ρυθμούς να βυθίζεται και να εξευτελίζεται. Ο κόουτς Ρανιέρι, μολονότι σαν όνομα και σαν καριέρα ήταν πετυχημένος, προσπάθησε να εφαρμόσει ένα σύστημα που μέχρι τότε ήταν σχεδόν άγνωστο στο αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα. Η απόπειρα να εφαρμόσει επιθετικογενή τακτική σε μία ομάδα που νικούσε σχεδόν με μισό μηδέν τα παιχνίδια της, απέτυχε παταγωδώς. Οι ντροπιαστικές ήττες μεταξύ άλλων από τα Νησιά Φερόε των δασκάλων και των τραπεζικών υπαλλήλων, αποτέλεσαν το κερασάκι στην πικρή τούρτα που ετοίμασε ο κύριος Ρανιέρι και η «εξαίρετη» ΕΠΟ. Οι χρονιές που ακολούθησαν δεν έφεραν κάποια θεαματική αλλαγή, εάν εξαιρέσει κανείς την παρουσία στα μπαράζ του Μουντιάλ του 2018 με αντίπαλο την Κροατία. Το διάστημα που ακολούθησε με νέους προπονητές, Έλληνες και μη, επανάφεραν την εσωστρέφεια, την απογοήτευση και τον διχασμό στην ομάδα, με αποκορύφωμα την «επανάσταση» του τότε αρχηγού της Εθνικής, Σωκράτη Παπασταθόπουλου ο οποίος αποτέλεσε έναν από τους παράγοντες για την απομάκρυνση του Άγγελου Αναστασιάδη από τον πάγκο της Εθνικής. Όλα αυτά μέχρι να αναλάβει το τιμόνι ένας απόλυτα σοβαρός, πειθαρχημένος και αμείλικτος κόουτς ονόματι Τζον Φαν' Σχιπ, ο οποίος αφού πρώτα έκανε ομάδα αυτό το σύνολο, εντός και εκτός γηπέδου, προχώρησε στην άμεση απομάκρυνση των παικτών που μολύνανε την υγεία της Εθνικής, όπως του Παπασταθόπουλου, του Μανωλά και άλλων. Έφερε παιδιά τα οποία μπορεί να μην είναι τα μεγάλα brand-name, αλλά δεν υστερούν σε πάθος και κίνητρο, πράγμα που είναι πολύ σημαντικό την δεδομένη στιγμή για το ηθικό του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος. Προσοχή! Το γεγονός ότι έχει κάνει καλή δουλειά δεν σημαίνει ότι δεν έχει κάνει και λάθη, αλίμονο κιόλας! Αυτό που θέλω να τονίσω είναι η διαφορετικότητα που υπάρχει στην σημερινή Εθνική συγκριτικά με όσα βλέπαμε πριν μερικά χρόνια.
Υ.Γ. Παρακολουθώ τα σχόλια πολλών ατόμων κατά καιρούς, οι οποίοι κατακεραυνώνουν την προσπάθεια του προπονητή και της Εθνικής. Πρέπει κάποια στιγμή να καταλάβει ο κόσμος ότι το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα δεν είναι το υποκατάστημα κανενός συλλόγου, όπου οι καλύτεροι παίκτες θα «διαφημίζονται» και θα παρουσιάζονται. Αυτό γινόταν πολλά χρόνια πριν. Τώρα, η Εθνική εκπροσωπείται από παίκτες που ΑΞΙΖΟΥΝ να παίζουν και αυτό είναι το πιο δίκαιο και λογικό.
Η φετινή σεζόν είναι πολύ περίεργη και περιπετειώδης. Το βιώνουμε σε καθημερινή βάση με την ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων και τα έκτακτα μέτρα που λαμβάνει η κάθε χώρα. Μέτρα που φυσικά επηρεάζουν και τις ποδοσφαιρικές διοργανώσεις, εγχώριες και διεθνείς, είτε οικονομικά είτε αγωνιστικά. Σήμερα λοιπόν, μέσα από αυτές τις λέξεις θα προσπαθήσω να σχολιάσω την υπάρχουσα κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στο ελληνικό πρωτάθλημα, αλλά και στα υπόλοιπα κορυφαία ευρωπαϊκά πρωταθλήματα.
Στην Ελλάδα, το πρωτάθλημα τελείωσε όταν αρχίσαμε να πηγαίναμε στις παραλίες, δηλαδή αρχές Ιουλίου περίπου. Ένα πρωτάθλημα με παράδοξα πράγματα, με διακοπές, με φασαρίες και ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς. Μεσολάβησε ένα <<καυτό>> ποδοσφαιρικό καλοκαίρι, στο οποίο κυριάρχησε το περιβόητο σήριαλ του τελικού του Κυπέλλου μεταξύ της ΑΕΚ και του Ολυμπιακού. Εν τέλει, ο τελικός πραγματοποιήθηκε στο Πανθεσσαλικό Στάδιο του Βόλου στις αρχές Σεπτεμβρίου, έχοντας αλλάξει τόπο διεξαγωγής δύο- τρεις φορές. Αυτό, πρώτη φορά το συναντώ, όσα χρόνια παρακολουθώ ποδόσφαιρο και μάλλον δεν θα είναι η τελευταία, βλέποντας τι συμβαίνει σε αυτή την <<καταπληκτική>> χώρα που λέγεται Ελλάδα. Όπως και να έχει, ο τελικός έγινε, το κύπελλο το κατέκτησε ο Ολυμπιακός με σκορ 1-0 και άρχισαν οι προετοιμασίες και οι φαμφάρες για την πολυπόθητη έναρξη του πρωταθλήματος! Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου και το ματς αρχίζει λοιπόν! Ένα πρωτάθλημα στο οποίο οι μισές ομάδες είχαν συμφωνήσει ήδη με έναν συγκεκριμένο τηλεοπτικό πάροχο, ενώ οι υπόλοιπες ήταν στον <<αέρα>> λόγω οικονομικών διαφορών. Ωραίο δεν είναι;! Παράλληλα, το δεύτερο κύμα του κορωνοϊού βρισκόταν προ των πυλών και η κυβέρνηση αποφάσισε, οι αγώνες να διεξαχθούν δίχως την παρουσία κόσμου στις κερκίδες( εν αντιθέσει με χώρες όπως η Γαλλία και η Γερμανία που θα αναφέρω στην συνέχεια). Συνεπώς το πρωτάθλημα άρχισε κάτω από αυτές τις περίεργες συνθήκες και ο Θεός βοηθός. Ο Οκτώβριος όμως είχε άλλες διαθέσεις για τις ομάδες και τους αθλητές, οι οποίες δεν ήταν ευχάριστες. Η ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων στην Ελλάδα επηρέασε αναμφίβολα και τους αθλητές με συνέπεια ορισμένες ομάδες να αποδεκατιστούν και να μην συνεχίσουν το πρόγραμμα τους, όπως το είχαν σχεδιάσει εξαρχής. Έτσι, αναβλήθηκαν αγώνες και η ποιότητα του πρωταθλήματος αλλοιώθηκε. Αυτά συμβαίνουν στο ελληνικό πρωτάθλημα και είμαστε ακόμα αρχές Νοέμβρη. Να δούμε τι άλλο θα ακολουθήσει...
Στην Ευρώπη τα πράγματα ήταν λίγο διαφορετικά. Οι περισσότερες, αν όχι όλες, χώρες ξεκίνησαν τα πρωταθλήματα τους κάτω από πιο φυσιολογικές συνθήκες εν αντιθέσει με την χώρα μας η οποία για άλλη μία φορά απέδειξε πόσο <<οργανωμένη>> και <<σωστή>> είναι. Στην Αγγλία το πρωτάθλημα άρχισε με την Λίβερπουλ πρωταθλήτρια ύστερα από τριάντα και πλέον χρόνια, κάτω από την σκιά του κορωνοϊού, εξ' ου και η απουσία φιλάθλων από τα γήπεδα. Τα πράγματα οδεύουν σχετικά καλά μέχρι στιγμής και αυτό είναι το πιο σημαντικό. Αντίστοιχα σε Γερμανία, Ιταλία και Ισπανία τα πρωταθλήματα άρχισαν εξίσου ομαλά, σε κάποια χωρίς κόσμο, σε άλλα με περιορισμένο κόσμο. Σωστό μεν, παράτολμο δε. Θέλω να καταλήξω στο σύστημα της Γαλλίας, η οποία είναι μία από τις χώρες που έχει χτυπηθεί πολύ σκληρά από τον φονικό ιό. Το πρωτάθλημα της άρχισε με την παρουσία 5.000 φιλάθλων, ως μέγιστο όριο στις κερκίδες. Αν δεν κάνω κάποιο λάθος, είναι το μοναδικό πρωτάθλημα από τα λεγόμενα Big 5, που επέτρεψε τόσο υψηλό αριθμό οπαδών σε κάθε γήπεδο. Στην περίπτωση της Γερμανίας επιτρεπόταν η είσοδος ανάλογα με την χωρητικότητα του γηπέδου. Τόσο στην Γαλλία όσο και στην Γερμανία οι αγώνες θα διεξάγονται εφεξής χωρίς κόσμο. Αυτό είναι το λογικό και το ασφαλές και απορώ μάλιστα, ιδίως με την Γαλλική Ομοσπονδία γιατί προχώρησε το καλοκαίρι σε μία κίνηση με τεράστιο ρίσκο, στην οποία εκ του αποτελέσματος απέτυχε.
Κλείνοντας αυτήν την πρώτη ματιά στο ελληνικό και ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, θα ήθελα να τονίσω ότι η φετινή χρονιά έχει και άλλες εκπλήξεις στο <<τσεπάκι>> της. Νομίζω πως μέχρι τον επόμενο Ιούνιο.... Ιούλιο... όσο πάει η σεζόν, θα δούμε αρκετά πράγματα τα οποία σίγουρα δεν θα τα έχουμε ξαναδεί και ιδίως στην χώρα μας τα …καλύτερα έρχονται!
Δεν έχει περάσει πολύς καιρός, όπου εδώ αναλύαμε την μεγάλη κρίση που βίωνε η ΑΕΚ με τον Ιταλό Μ...